Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

Η Σάμος τιμά επιτέλους τον ήρωα της...!





ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟΝ ΣΑΜΙΟ ΗΡΩΑ ΤΩΝ ΙΜΙΩΝ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟ ΚΑΡΑΘΑΝΑΣΗ.

ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΜΑΡΤΙΟΥ, 12.00

§ Επιμνημόσυνη δέηση στο μνημείο των Ιερολοχιτών στον παλαιό λιμένα Καρλοβάσου σε μνημείο που έχει κατασκευαστεί προς τιμήν των τριών ηρώων, χωροστατούντος του Μητροπολίτη Σάμου, κκ Ευσεβίου.

§ Κατάθεση στεφάνων από τις αρχές και όποιον άλλο επιθυμεί (απαραίτητο να δηλωθεί νωρίτερα στην ΠΕ Σάμου).

ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΜΑΡΤΙΟΥ, 18.00

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΙΜΗΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗΣ ΣΤΟ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΠΕ ΣΑΜΟΥ


§ Χαιρετισμοί συνδιοργανωτών και φορέων.

§ Απονομή τιμητικών πλακετών σε μέλη της οικογένειας του Χριστόδουλου Καραθανάση.

§ Ομιλία από τον γεωπολιτικό αναλυτή, κύριο Σάββα Καλεντερίδη με θέμα «Οι τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο».

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2017

Η Σάμος στη διαδρομή της ιστορίας


Την Δευτέρα 06 Φεβρουαρίου 2017, η 79 ΑΔΤΕ στο πλαίσιο της επιμόρφωσης των στελεχών, σε συνδυασμό με την ενίσχυση και ενδυνάμωση των δεσμών στρατού και τοπικής κοινωνίας, θα οργανώσει στην αίθουσα του Δήμου Σάμου ημερίδα, με θέμα «Η Σάμος στη διαδρομή της ιστορίας», με τη συμμετοχή της Ιεράς Μητρόπολης Σάμου Ικαρίας και Φούρνων – Κορσεών, του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, του Πανεπιστημίου Αιγαίου και της Υπηρεσίας Ιστορικών Αρχείων Σάμου.

Η διοργάνωση της παραπάνω εκδήλωσης θα πλαισιωθεί από έκθεση – προβολή φωτογραφιών, πινάκων ζωγραφικής και παρουσίασης συγγραμμάτων, οι δημιουργοί των οποίων προέρχονται από όλες τις κατηγορίες προσωπικού (μόνιμο, έφεδρο και πολιτικό) της Ταξιαρχίας και αφορούν σε θέματα εκκλησιαστικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και απεικόνισης της φυσικής ομορφιάς και του πλούτου της νήσου Σάμου.

Ώρα προσελεύσεως για την έκθεση φωτογραφίας και ζωγραφικής 16:30.
Ώρα έναρξης Ημερίδας 17:30.

Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό.

Η Φωτογραφία της συγκεκριμένης ανάρτησης είναι "ιδιοκτησία" του http://my-samos.blogspot.gr/

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Σάμος: Το Μηχανικό Θαύμα των Αρχαίων Ελλήνων! (video)



Το βίντεο είναι αφιερωμένο στο Ευπαλίνειο όρυγμα, μια σήραγγα 1.036 μέτρων κοντά στο Πυθαγόρειο της Σάμου, η οποία κατασκευάστηκε έπειτα από εντολή του τυράννου Πολυκράτη τον 6ο αιώνα π.Χ. με σκοπό να μεταφερθεί νερό από την πηγή που βρισκόταν πίσω από το βουνό στην πρωτεύουσα της Σάμου. Το υδραγωγείο λειτουργούσε στο νησί για περίπου 1.000 χρόνια.


«Τα μαθηματικά φέρνουν κοντά το νερό στη Σάμο» είναι ο τίτλος της εικονοκινητικής ταινίας που δημιούργησαν οι Θ.Π Τάσιος, ο Ν. Μήκας και ο Γ. Πολύζος της Εταιρείας Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας (ΕΜΑΕΤ) που χρηματοδοτήθηκε από τον Σύνδεσμο Τεχνικών Εταιριών Ανωτέρων Τάξεων (ΣΤΕΑΤ).

Αυτό που το κάνει να ξεχωρίζει αιώνες μετά την κατασκευή του είναι το γεγονός ότι η σήραγγα διανοίχθηκε από τα 2 άκρα της συγχρόνως.


Η συνάντηση των 2 τμημάτων κάτω από την κορυφή του βουνού πραγματοποιήθηκε με μαθηματική ακρίβεια, παρά το γεγονός ότι οι γεωλογικές συνθήκες ανάγκασαν τον Μηχανικό Ευπαλίνο να εκτραπεί πολλές φορές από την ευθυγραμμία.

Η θετική έκβαση του έργου οφείλεται στην γνώση της Γεωμετρίας, της Τοπογραφίας, της Γεωδαισίας και της Οπτικής που κατείχαν οι αρχαίοι Έλληνες από τον 6ο αιώνα π.Χ.

Μοναδική πηγή για το Ευπαλίνειο όρυγμα είναι ο Ηρόδοτος, ο οποίος περιγράφει και την κύρια αλλά και τη βοηθητική σήραγγα.

Ο ίδιος, εντυπωσιασμένος από αυτό που είχαν κατασκευάσει οι Σάμιοι, είχε αναφέρει, «Οι Σάμιοι έχουν κατασκευάσει τα σημαντικότερα τεχνικά έργα όλης της Ελλάδος».

Ένα μικρό μέρος του υδραγωγείου είναι επισκέψιμο!



http://www.diadrastika.com/

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Ο βομβαρδισμός της Σάμου μέσα από μαρτυρίες





Με γενικό σημαιοστολισμό και φωταγώγηση όλων των δημόσιων κτιρίων τιμούνται σήμερα θύματα του γερμανικού βομβαρδισμού, καθώς η σημερινή ημέρα έχει καθιερωθεί ως δημόσια εορτή τοπικής σημασίας για το νομό μας.


Ήταν μία το μεσημέρι, στις 17 Νοεμβρίου του 1943, όταν ξεκίνησε ο σφοδρός βομβαρδισμός, που κράτησε τρεις ώρες, αφήνοντας πίσω του 70 θύματα, 300 τραυματίες και τεράστιες υλικές καταστροφές. Το βομβαρδισμό του Βαθιού και του Πυθαγορείου περιγράφουν οι Κώστας Καλατζής στο βιβλίο του «Ασημόπετρα», οι Ιπποκράτης Ζαίμης και Ζαφειρώ Σταυρινού Μιτατάκη σε επετειακή έκδοση του «Απόπλους», καθώς και ο Βαγγέλης Δημητριάδης στο βιβλίο του «Το τηγάνι της Σάμου».


Ιπποκράτης Ζαίμης, «Απόπλους», Αφιέρωμα στην Εθνική Αντίσταση της Σάμου



«Μόλις είχα ανέβει στο πάνω πάτωμα, άκουσα τις σειρήνες και τις βόμβες των αεροπλάνων. Kαι απ’ το παράθυρο είδα το πρώτο σμήνος να έρχεται από το Τηγάνι χαμηλά - χαμηλά και είδα τις πρώτες βόμβες να πέφτουν στο κέντρου του Βαθιού. Ήταν 1 η ώρα.

Έκαμα πολλή ώρα να φτάσω στην πλατεία. Μόλις έφτασα, όλο το Βαθύ ήταν καλυμμένο με ένα πηχτό σύννεφο σκόνης. Δεν έβλεπα να βαδίσω. Οι εκρήξεις των γερμανικών οβίδων έκαναν πιο δύσκολη την πορεία μου. Όπως προσπαθούσα να προχωρήσω, βρήκα ένα μικρό αυτοκινητάκι της καραμπινιερίας, το σταμάτησα και είπα στον Ιταλό οδηγό να με πάει στη φυλακή. Δεν θα είχαμε κάνει πάνω από 20 μέτρα, όταν ένας τοίχος έπεσε μπροστά μας. Βγήκα απ’ το αυτοκίνητο και άρχισα να τρέχω μέσα σε ένα πυκνό σκοτάδι. Σ’ όποιο δρόμο έμπαινα ήταν κλειστός από τα ερείπια των ανατινάξεων. Με πολύ κόπο κατόρθωσα να φτάσω ως το δημοτικό κήπο. Ανέβηκα στο ηγεμονικό μέγαρο που ήταν η διοίκηση της μεραρχίας. Το μέγαρο ήταν άδειο, είχε εγκαταλειφθεί όπως είχε εγκαταλειφθεί και το αντιαεροπορικό πολυβόλο που είχαν στη στέγη του μεγάρου.
...
Κατέβαινα από το δεύτερο πάτωμα όταν μια βόμβα έσκασε πάνω στο μέγαρο. Με δυσκολία μπόρεσα να ξανακατέβω στο δρόμο. Οι Ιταλοί στρατιώτες έτρεχαν απ’ το στενό προς τον παραλιακό δρόμο για να γλυτώσουν από τους τοίχους που έπεφταν από τις εκρήξεις. Τους ακολούθησα. Αυτοί όμως έπεφταν στη θάλασσα για να γλυτώσουν.
….
Κατά τις 4 η ώρα όταν καλμάρισαν τα κύματα του βομβαρδισμού, μαζί με τον Εγγλέζο υπολοχαγό και δύο Ιταλούς λοχίες κατεβήκαμε προς το Βαθύ. Περάσαμε απ’ όλες τις βομβαρδισμένες γειτονιές. Στο δρόμο προσπάθησα και μάζεψα αρκετούς Ιταλούς και τα κατάφερα να τους οργανώσω στη μεταφορά τραυματιών προς το νοσοκομείο. Μαζί μου ήρθε ο περ Γκαγιού, ο ιερέας της καθολικής εκκλησίας του Βαθιού, σε μια προσπάθεια υπεράνθρωπης προσφοράς. Το Βαθύ κείτονταν σ' ερείπια. Είχε τελείως νεκρώσει. Ήταν μια νεκρή εγκαταλειμμένη πολιτεία».

Ζαφειρώ Σταυρινού Μιτατάκη, «Απόπλους», Αφιέρωμα στην Εθνική Αντίσταση της Σάμου


«Ήταν ημέρα Τετάρτη, ώρα μεσημέρι. Μόλις καθίσαμε, στην πρώτη πιρουνιά, έπαιξε η σειρήνα, μόνο ένα ου. Τίποτα άλλο. Σταμάτησε και αμέσως είδαμε ένα φοβερό σμήνος από γερμανικά αεροπλάνα.

Ήταν σαράντα. Αμέσως άρχισαν να ρίχνουν βόμβες….. Αυτό το σμήνος ήταν πάντα το ίδιο. Ρίχνανε βόμβες και γυρίζανε στη Λέρο. Ξαναφόρτωναν και έρχονταν πάλι. Αυτό έγινε τέσσερις φορές.»

Όταν τα αεροπλάνα σταματούν για λίγο η εικόνα της καταστροφής « Τι φοβερό. Τι εικόνα ήταν εκείνη Θεέ μου. Όλα ερείπια, σπίτια γκρεμισμένα, παπλώματα καίγονταν μέσα στους δρόμους, καπνοί έβγαιναν από τα χαλάσματα».

Όταν ο ήλιος θα δύσει « η πόλη ήταν εγκαταλειμμένη. Τα μαγαζιά σπασμένα, ανοιχτά εμπορεύματα στους δρόμους, χωρίς φως… ότι και να πω είναι λίγο.

Και δεν ήταν μόνο οι υλικές ζημιές. Οι σκοτωμένοι; Κλαυθμός και οδυρμός. Τρακόσια θύματα. Δεν υπήρξε οικογένεια που να μην είχε κάποιο θύμα»

Βαγγέλης Δημητριάδης, «Το Τηγάνι της Σάμου 1940-1955»


« Στις 17 Νοεμβρίου, λίγα λεπτά πριν από το μεσημέρι, τα γερμανικά βομβαρδιστικά αεροπλάνα, Στούκας και Γιούγκερς 88, άρχισαν τις εναέριες επιδρομές στο Βαθύ. Ύστερα από τρεις ώρες: η πόλη είχε χαθεί μέσα σε σύννεφα κονιορτού. Ήταν ένας εκ των αγριότερων και σκληρότερων βομβαρδισμών του πολέμου. Οι θανατώσεις, οι ακρωτηριασμοί, οι θρήνοι, οι ολολυγμοί των πληγωμένων, των ημιθανών, των ενταφιασμένων από τα ερείπια συμπλήρωναν τη φρικώδη εικόνα.

Οι βομβαρδισμοί των γερμανικών αεροπλάνων συνεχίστηκαν στο μισοέρημο από κατοίκους Τηγάνι λίγο πριν τις 3 το αποσήμερο και τέλειωσαν με το πρώτο σκοτάδι της νύχτας. Τριάντα πέντε περίπου βομβαρδιστικά έκαναν τις ρίψεις των βομβών τους σε δέσμες κατευθυνόμενα πάνω στη λίμνη Γλυφάδα προς τα ανατολικά.

Εκατοντάδες μάτια από τις εισόδους των κρησφύγετών τους στο λόφο της Αμπέλου (Σπηλιανής) παρακολούθησαν την καταστροφή των περιουσιών τους. Οι υλικές απώλειες που υπέστη το χωριό ήταν ανυπολόγιστες. Δεκάδες σπίτια εξαφανίστηκαν από τα θεμέλιά τους. Πολύ περισσότερα έπαθαν σοβαρές ζημιές.

Οι δρόμοι μεταβλήθηκαν σε τεράστιους λάκκους όπου ήταν αδύνατη η κυκλοφορία. Ο ταρσανάς του Ωρολογά, όπου οι Άγγλοι είχαν αποθηκεύσει καύσιμα και πυρομαχικά κάτω από τα σκαρωμένα πλοία, πήρε φωτιά και καίγονταν επί μέρες. Μόνη παρηγοριά για το χωριό ήταν ότι δεν θρηνήσαμε πολλά θύματα, όπως στο Βαθύ. Σκοτώθηκαν μόνο 3 άτομα».

Κώστας Καλατζής, «Η ασημόπετρα», Εκδόσεις Πιτσιλος

«Χούφτωσα το λεβιέ, πήγα να βάλω τετάρτη. Και πάνω κει η πολιτεία έμπηξε τις φωνές. Φρενάρισα κοφτά. Βουερό το χούγιασμα της σειρήνας, ξανεμίζονταν σε μεγάλους παλμικούς κύκλους. Συναγερμός!


Ακουστήκανε πόρτες να διαπλατώνονται με βρόντο, ποδοκροτήματα, στριγκλιές. Τούτη τη φορά οι άνθρωποι από ένστικτο κατάλαβαν. Και φοβηθήκανε. Έσβησα τη μηχανή, έσφιξα το χειρόφρενο.

Κι απ’ τον ουρανό τρανταχτό κατρακύλησε το μούγκρισμα των κινητήρων. Ήταν τρία λεπτόκορμα Στούκας με τις μαύρες τσακιστές τους φτερούγες και τους μόνιμα κρεμαστούς τους τροχούς. Πετούσαν βόλτα βόλτα απ’ τις ράχες των λόφων, τονα πίσω’ απ’ τ’ άλλο. Πεταχτήκαμε όξω απ’ το αυτοκίνητο.
...
Κι ο πάταγος των κινητήρων δυνάμωσε. Απ΄ το άνοιγμα του κόλπου φάνηκε να ζυγώνει σφιχτοδεμένος ο μεγάλος σχηματισμός των JU-88. Ένα δέλτα πελώριο, μαύρο, ζυγημένο και στοιχημένο στην εντέλεια, που όλο μεγάλωνε, ώσπου κάλυψε την πολιτεία όλη.

Τ’ αεροπλάνα, στη θέση του το καθένα, μοιάζανε με βαρυφορτωμένα ζωντανά, που τα κρατούσε όλα απ’ το καπίστρι τους ένας αόρατος αγωγιάτης και κείνα υπάκουα, ακολούθαγαν αγκομαχώντας. Είχανε μπρος μια φουσκωτή τζαμένια μούρη κι απ’ τη μια και την άλλη της οι έλικες, έτσι που γύριζαν, γυαλίζανε σα δυο πελώρια τάλιρα. Τα JU-88 ήταν πιο φημισμένα βομβαρδιστικά του πολέμου.

Κοίταξα ολόγυρα. Οι πόρτες πίσω της ΗΒΗΣ χάσκανε άδειες, σαν απορημένα στόματα, τραπέζια καρέκλες σωρός. Έρημη η πλατεία. Ξαπλώσαμε σύριζα στο ρείθρο του πεζοδρομίου. Μπρούμυτα. Ήταν αργά να ξεμακρύνουμε.

Ψηλά απ’ τη μεριά των ανεμόμυλων ένα ξεμοναχιασμένο πολυβόλο άρχισε να βάζει ριπές-ριπές άτακτα. Το βαρύ πυροβολικό πάνω στα κεραμίδια του Comando Militare που τόσο καιρό το στήσανε έμενε σιωπηλό.

Και τα Στούκας χαμήλωσαν. Για μια στιγμή το πρώτο μπατάρισε στο φτερό. Έγραψε μια πλατιά καμπύλη το κολωνάκι της κεραίας του ξεχώρισε φευγαλέα σαν μπαγκέτα κι άξαφνα όρθωσε την ουρά του μας σημάδεψε από ψηλά, η άκρη της σουβλερής του μύτης φάνηκε κόκκινη και ρίχτηκε κάτω κατακόρυφα. Ρουθούνιζε άγρια η μηχανή του, στρίγγλιζε ξεσκιστά η σειρήνα του κι έρχονταν παντοδύναμο, στεφανωμένο από τις φλόγες των πολυβόλων του. Ραντιστές τσακμακίσανε στην προκυμαία οι σφαίρες. Η λυγερή κορμοδεσιά του ξεκαθάριζε αστραπή. Οι πλατιοί σταυροί στα φτερά, οι αριθμοί του, το αεροδυναμικό κουβούκλιο του πληρώματος. Κι ως να το καλοκαταλάβουμε ίσκιος βαρύς μας πλάκωσε η γερακωτή του όψη.

Το ψυγείο της μηχανής του έμοιαζε με ανοιχτό στόμα σκυλόψαρου. Βυθίζονταν ασταμάτητα και πάνω που ήταν θαρρείς να καρφωθεί κάθετα, εκεί καταμπροστά μας, μ’ ένα δαιμονικό μαρσάρισμα οριζοντιώθηκε. Απ’ τη δεξιά του εξάτμιση τινάχτηκε μια μαύρη μπουκιά καπνός, φάνηκε η κοιλιά του γαλάζια, το καρουλάκι της ουράς του και λοξά πήρε ύψος.

Πίσω του έμεινε κάτι σαν ξέσκισμα του αέρα, σφύριγμα πες διπλό, που ζύγωνε οξύ, δυνάμωνε κι άξαφνα, ξεταπώθηκε βροντή γιγάντια.

Μάζα στέρεη η πίεση, χτυπήθηκε μονοκόμματη στ’ αφτιά μας και σούβλισε – καρφί πυρωμένο- το νου πέρα για πέρα. Τα μάτια μου γεμίσανε φλόγα, πονέσανε τα στήθια μου. Η μπόμπα έσκασε στο λιθόστρωτο, μπρος ακριβώς από την Εθνική Τράπεζα. Ένοιωσα την προκυμαία ν’ ανεβοκατεβαίνει παλμικά. Ο αέρας, χνώτο δράκου, μας ζούλιξε καφτός κι ο κουρνιαχτός μας πήρε απ’ το κεφάλι.

Και το δεύτερο Στούκας, βουερό, φάνηκε να μπατέρνει, πίσω του το τρίτο. Κι οι εκρήξεις πήραν να βηματίζουν άκρη-πάντα στην πολιτεία απανωτές. Ψηλά, τα δικινητήρια Ju-88 πετούσανε αργά και υπολογισμένα με τις κοιλιές ανοιχτές. Οι μπόμπες τους πέφτουν κομπολόι. Φεύγανε πλαγιαστές, κάτι μαύρα μακρουλά πράματα με λεπτά φτερούγια από πίσω, γυρίζανε το κεφάλι τους κάτω κάτω, κάνανε ένα παίξιμο πέρα-δώθε και βαριές πέφτανε ίσια. Σφυρίζανε. Ήταν ένα σφύριγμα που δεν έμοιαζε με τίποτα. Σφύριγμα μόνο από μπόμπες που πέφτανε και που δυνάμωνε, ψήλωνε κι απότομα χάνονταν μέσα στον πάταγο της έκρηξης.

Κι η πολιτεία βόγγαγε, θρυμματίζονταν. Έτρεμε η γη.

Παραλογιασμένες απ’ το σεισμό οι γειτονιές ολόκληρες χάνανε την ισορροπία τους και καταρρέανε μαζεμένες. Τα τζάμια σκάγανε σα φούσκες αγιοβασιλιάτικες, χαλάζι φονικό σφυρίζανε τα κεραμίδια. Ξύλα, σιδερικά, πέτρες, νοικοκυριά ολόκληρα, καημοί κι αγάπες, ξανέμιζαν τιναχτά στα υψοούρανα. Φούσκωναν από παντού αγκαλιές-αγκαλιές τα θανατερά λουλούδια των εκρήξεων κι οι βροντές κοπαδιαστές συνωστίζονταν, μπλέκονταν η μια μέσα στην άλλη, γίνονταν βουή άσπαστη, μπουμπουνιστός καγχασμός θανάτου.
....
Κι οι μπόμπες σφυρίζανε.
Ζεμαστιστό το σίδερο δάγκωνε τα θεμέλια της πολιτείας, ανάσκαβε τα σπλάχνα της. Κοχλακιστός παφλασμός φωτιάς απ’ άκρη σ’ άκρη. Καπνοί μαύροι, ξεχαρβαλωμένες στέγες στον αέρα, σουβάδες, χώμα, κουρνιαχτός πηχτός κι από ψηλά κινητήρες, καλοσυντηρημένο B.M.W κινητήρες να βουίζουνε στρωτά κι ασταμάτητα.

ΤΟ ΚΕΝΤΡΟΝ, το καφενείο με τα μπιλιάρδα απέναντι τινάχτηκε στον αέρα. Λάμψη κεραυνωτή, βρόντος και δεν έμεινε παρά ένας τοίχος μαυρισμένος κι ένα χονδρό δοκάρι να καίγεται γυρτό.

Ο ουρανός για μια στιγμή είχε καθαρίσει. Ακούγονταν μπουμπουνητό από την άλλη πάντα του νησιού. Θα χτυπούσαν το Τηγάνι. Ριχτήκαμε τρεχάτοι να βγούμε από την πολιτεία. Μα η φόρα μας κόπηκε γρήγορα. Πύρινο στεφάνι μας έζωσε ο χαλασμός. Παντού φωτιές και τοίχοι ξεκουνημένοι να μπατέρνουν μονοκόμματοι και να πέφτουν μέσα σ’ ένα σύννεφο από πυρωμένους σουβάδες. Τα χάσαμε.
….
Ξεκοιλιαστήκανε τα σπίτια. Τα σπλάχνα τους, τραπέζια, κρεββάτια, κατσαρολικά, εικονοστάσια, νεροχύτες, κουρελιασμένο ρουχομάνι, λεκάνες αποχωρητήριου, σπαραλιασμένα είχανε ξεχυθεί ανάκατα τους δρόμους και τους φράζανε. Στρώμα παχύ τα θρυψαλιασμένα κεραμίδια…… Πήραμε τον ανήφορο. Μας φλόμωνε η κάψη, ο καπνός. Ένοιωθα τη γλώσσα μου πρησμένη, ξερό, διψασμένο το στόμα. Τα μάτια μου αναμμένα κάρβουνα, τσούζανε. Μπλέξαμε σ’ ένα σωρό κουβαριασμένα σύρματα. Ξεγδαρθήκαμε. Τα ρούχα μας είχαν τσουρουφλιστεί, μυρίζανε καψαλισμένα.
…..
Φωνές μας κύκλωναν σπαραχτικές. Θρήνοι. Από κάπου μια γυναίκα σκλήριζε «το παιδί… το παιδί..». Δυο άνθρωποι μισότριβοι περάσανε, άντρες και γυναίκα, κουβάλαγαν με ζόρι πάνω σε μια σκάλα έναν λαβωμένο. Ποιος ξέρει τι τους ήτανε, που τον πήγαιναν. Αγκομαχούσανε. Ο λαβωμένος ούτε σάλευε, ούτε άχνα έβγαζε. Μπορεί και να είχε πεθάνει. Η σκάλα έσταζε αίμα.

Κάτι Ιταλοί φαντάροι πολεμούσανε με λοστούς τα τουφέκια τους ν’ ανασηκώσουνε μια γκρεμισμένη τσιμέντινη πλάκα, τεράστια. Οι σιδεροδεσιές της ξέχαν λυγισμένες κι από κάτω ακούγονταν σιγανοί βόγγοι, - aiuto…aiuto.. βοήθεια…

Ένας ανθρωπάκος γλίτσης καθόντανε σε μια πέτρα κι έκλαιγε σιγανά, κάτι μουρμούριζε ακατάληπτο. Ήτανε γέρος. Τα μουστάκια του στάζανε αίμα μελανό. Μπροστά του χώνευε η φωτιά του πεσμένου σπιτιού του….

Ακούστηκαν πάλι τα αεροπλάνα. Ανοίξαμε πόδι. Οι εκρήξεις μας προλάβανε στη συνοικία με τις καρουμπιές ψηλά στην παρυφή της πόλης. Αναταράχτηκε ο κόσμος, σκίστηκε κι ένα πηχτό χωματένιο κύμα σηκώθηκε βίαιο και μας κάλυψε…
...
Κι οι εκρήξεις ανασκάβανε ακόμα τα χαλάσματα χαμηλά στην πολιτεία. Τ’ αεροπλάνα πετούσανε τώρα σε μικρούς τριγωνικούς σχηματισμούς από τρία. Χαράζανε τον ουρανό, μια οριζόντια, μια κάθετα και γκρεμίζανε με μέθοδο.


Κάποτε φάνηκαν να ψηλώνουν. Υπακούοντας ποιος ξέει σε ποιο γνέμα, συγκλίνανε όλα και χωρίς κανένα μπέρδεμα πήρανε ένα-ένα την προκαθορισμένη θέση τους. Πουθενά τρεμούλιασμα φτερών, στραβοτιμονιά καμιά. Ο μέγας σχηματισμός των JU-88 χωρίς νευρικότητες και κινήσεις περιττές ζυγήθηκε στοιχήθηκε και πάλι, τακτοποιήθηκε γοργά και με την άψογη μύτη του σημάδεψε τη Δύση και πήρε να ξεμακραίνει σταθερά. Σβέλτος και ξαλαφρωμένος. Τα Στούκας φέραν και αυτά μια τελευταία βόλτα, καβάλησαν τους ανεμόμυλους και χάθηκαν αφήνοντας για ώρα στ’ αφτιά μας τη βουερή εντύπωση των δυνατών κινητήρων τους.

Ο ουρανός αποκαλύφθηκε πάλι γαλάζιος και πεντακάθαρος. Μας κάλυψε η σιωπή. Μια σιωπή βαθιά, παράξενη, η σιωπή του απείρου. Οι άνθρωποι πήραν να βγαίνουν από το χαντάκι μουδιασμένοι και βρώμικοι. Κοιταζόντουσαν ξέπνοοι ακόμα, σαστισμένοι.
...
Βάστηξε το κακό κοντά τρεις ώρες. Κι όλα εξαρθρωθήκανε, παραλύσανε. Έμεινε μονάχα ο πανικός μεσ’ στα χαλάσματα να ουρλιάζει και με το καφτερό του χνώτο να σαλαγάει τους ανθρώπους. Ψυχομάχαγε η πολιτεία. Άδειαζε. Παραλογιασμένοι οι άνθρωποι άρπαχναν τη ζωή τους στα χέρια, δρασκέλιζαν τους νεκρούς και με τις εκρήξεις ζωντανές στα αφτιά τους φεύγανε.

Κι έφυγα γρήγορα, τράβηξα διαγώνια για το Γεφυράκι. Φωνές, κλάματα, ουρλιαχτά, «βοήθεια», πτώματα και λαβωμένοι έβλεπα κι άκουγα, κρατιόμουνα με δύναμη, δεν άφηνα όλη κείνη την απελπισία να περάσει μέσα μου. Έτρεχα. Στους δρόμους, τα μπάζα σωροί αξεπέραστοι, μαύρες καπνιές φτεροκόπαγαν στον αέρα- ίδιες νυχτερίδες- στάχτες. Κι οι τοίχοι άλλοι γκρεμισμένοι κι άλλοι όρθιοι, μόνοι αυτοί, χωρίς να βαστάνε καμιά σκεπή και με τ’ ανοίγματα των παραθύρων τους άδεια, σα βγαλμένα μάτια. Η άμοιρη η πολιτειούλα μας, η ασήμαντη, για μια φορά κι αυτή μπερδεύτηκε στο βηματισμό της ιστορίας και γίνηκε κομμάτια…"

Τέσσερις ημέρες μετά ξεκινά η Γερμανική Κατοχή στο νησί μας. Στις 21 Νοεμβρίου οι Γερμανοί αποβιβάζονται στη Σάμο και παρελαύνουν στους έρημους δρόμους του Βαθιού...

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

104η Επέτειος της Ένωσης της Σάμου με την Ελλάδα


Εκατόν τέσσερα χρόνια συμπληρώθηκαν από την ημέρα που ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, ως πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης των Σαμίων, ανακήρυξε την ένωση του Νησιού με την Ελλάδα.

Πολιτικός που αναδείχθηκε από την Ιστορία ως ένας από τους πλέον εξέχοντες του 20ου αιώνα εξαιτίας της μετριοπάθειας, της προσήλωσής του στη δημοκρατία και της αγόγγυστης προσπάθειάς του για πολιτική συνένωση με στόχο την εθνική ενότητα, ο Σοφούλης εξέπεμψε με το έργο και το βίο του ένα μήνυμα που, ίσως ποτέ άλλοτε σ’ όλο αυτό το μακρό διάστημα να μην είναι τόσο επίκαιρο, όσο σήμερα.

Η Ελλάδα, και πολύ περισσότερο η Σάμος, που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του προσφυγικού/μεταναστευτικού προβλήματος με τις παγκόσμιες διαστάσεις, αντιμετωπίζει σήμερα τεράστιες προκλήσεις, σε πολλά επίπεδα.

Σε επίπεδο οικονομικό, αλλά και εθνικό και πολιτιστικό, ακόμη και σε επίπεδο αξιών η Ελλάδα δοκιμάζεται στις μέρες μας έντονα, σχεδόν βάναυσα. Και για να βγει αλώβητη από αυτή τη δύσκολη συγκυρία, αυτό που έχει κυρίως ανάγκη είναι η εθνική συμφιλίωση. Η κοινή προσπάθεια, πέρα από προσωπικές ιδιοτέλειες, πολιτικές σκοπιμότητες και κομματικά

Η Ελλάδα ζει ένα πολύ δύσκολο παρόν. Όμως, δεν είναι η πρώτη φορά. Στο πέρασμα των αιώνων, με τρανό το παράδειγμα των ταραγμένων χρόνων της εποχής Σοφούλη, βρέθηκε πολλές φορές σε ανάλογη θέση. Όποτε στάθηκε απέναντι στις θύελλες ενωμένη και με το βλέμμα στο αύριο, τα κατάφερε. Όποτε μπήκε στη μάχη διασπασμένη και με διχόνοια, υπέφερε.

Χάρη στο πείσμα και την αδάμαστη θέληση οραματιστών όπως ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, η Σάμος πρόσθεσε πριν από 104 στον εθνικό κορμό της χώρας όχι μόνο τη γη και τους ανθρώπους της, αλλά και την ιστορία και τον πολιτισμό της.

Σήμερα, η ακριτική Σάμος, ενάμιση χιλιόμετρο από τα τουρκικά παράλια, με κάπου 2.500 ψυχές επάνω της να στοιβάζονται σ’ ένα χώρο προορισμένο για 750 και βαριά τραυματισμένη οικονομικά από το προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα, είναι από τα μέρη της Ελλάδας που δοκιμάζεται σκληρότατα.

Ο Δήμαρχος Σάμου
Μιχάλης Α. Αγγελόπουλος

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016

Σάμος: Η Ταξιαρχία διοργανώνει εορταστική εκδήλωση


Αύριο Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016 και ώρα 19:00, η 79 ΑΔΤΕ στο πλαίσιο του εορτασμού για το έπος 1940, διοργανώνει εορταστική εκδήλωση στο χώρο του αμφιθεάτρου της Περιφερειακής Ενότητας Σάμου με έκθεση οπλισμού και φωτογραφίας, επετειακή ομιλία με ανάγνωση κειμένων που αποτυπώνουν το πνεύμα της εποχής και συναυλία.

Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό.

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

Το καλοκαίρι που ο Έρικ Κλάπτον έπαιξε ροκ στην Αθήνα....




Ήταν απένταρος και αντικατέστησε τον κιθαρίστα στο ελληνικό συγκρότημα «Juniors». Το συγκρότημα είχε αποδεκατιστεί πριν από λίγες μέρες σε ένα τρομερό τροχαίο ...

Στην αρχική φωτογραφία ο Ερικ Κλάπτον (δεξιά) φοράει μαύρα ρούχα ενώ τα υπόλοιπα μέλη του ελληνικού συγκροτήματος Juniors φορούν λευκό πουκάμισο και πένθος στο μπράτσο. Η συναυλία έγινε στις 17 Οκτωβρίου του 1965 στην Τεψιθέα προς τιμήν των υπόλοιπων αδικοχαμένων σε τροχαίο μελών του συγκροτήματος.

Ο θρύλος του ροκ κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες βρέθηκε το 1965 στην Αθήνα και έπαιξε κιθάρα με το ελληνικό συγκρότημα. Το For Your Love είναι το τραγούδι που άλλαξε την καριέρα του Έρικ Κλάπτον.

 Διαφώνησε με τα υπόλοιπα μέλη των Yarbirds θεωρώντας ότι έκαναν απότομη εμπορική στροφή. Λέγεται ότι έπαιξε με το ζόρι στην ηχογράφηση και αμέσως μετά έφυγε για τους Blues Βreakers του John Mayall....




Ο ανήσυχος κιθαρίστας αποφάσισε αμέσως μετά να κάνει πράξη το μεγάλο όνειρο για ένα ταξίδι περιπλάνησης στην Ανατολή. Έτσι, ο δρόμος τον έφερε το καλοκαίρι του 1965 στην Ελλάδα. Την ίδια στιγμή που βρετανικά περιοδικά του απέδιδαν τον τίτλο του καλύτερου κιθαρίστα στον κόσμο, ο Κλάπτον φιλοξενούνταν στο σπίτι του μουσικού Δημήτρη Πολύτιμου των MGC.

Σύντομα, ο απένταρος Έρικ θα αναζητούσε δουλειά στα μπαράκια της Αθήνας. Η ιστορία για πολλά χρόνια φάνταζε σαν ένας σύγχρονος αστικός μύθος. Η δημοσιογραφική έρευνα όμως συνέθεσε το προσωπικό πάζλ του Κλάπτον και επιβεβαίωσε ότι τον Οκτώβριο του 1965 έπαιξε σε ελληνικό συγκρότημα!...

Μετά από ένα τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή στον μπασίστα Θάνο Σογιούλ και τον τραυματισμό του κιθαρίστα Αλέκου Καρακαντά, μέλη και οι δύο του αθηναϊκού γκρουπ «Τζούνιορς», ο Κλάπτον προσκλήθηκε και έπαιξε κιθάρα με τα εναπομείναντα μέλη στην Κυψέλη και αλλού....




http://www.mixanitouxronou.gr/

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

Δεκαπενταύγουστος στο Γούντστοκ



Αν είχα μια χρονομηχανή και μπορούσα να κάνω ένα μόνο ταξίδι, δεν θα πήγαινα στην Αρχαία Αθήνα για ν’ ακούσω τον Σωκράτη, ούτε στο Παρίσι του Μεσοπολέμου για να τα πιω με τον Τζόις και τον Χέμινγουεϊ. (Αυτές είναι οι δύο επόμενες επιλογές).

Θ’ άφηνα τα μαλλιά μου λυτά, θα φορούσα μια κορδέλα, λουλουδάτο πουκάμισο και παντελόνι καμπάνα, και θα έγραφα στη χρονομηχανή: “Γούντστοκ, Νέα Υόρκη, 15 Αυγούστου 1969”. Τόσο κοντά και τόσο μακριά.

Το Φεστιβάλ του Γούντστοκ ήταν η αποκορύφωση μιας ουτοπικής ιδέας. Ότι όλα μπορούν ν’ αλλάξουν με τη μουσική και την αγάπη.

Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, μετά τη φρίκη του Ολοκαυτώματος, της Δρέσδης και της Χιροσίμα, γεννήθηκε η μπίτνικ λογοτεχνία κι η μπήμποπ τζαζ. Αυτή ήταν η αντίδραση των νέων στο παράλογο του κόσμου.

Δεν κράτησε πολύ. Η δεκαετία του ’50 ήταν πιο συντηρητική κι απ’ το 1880. Το καλύτερο που μπορούσες να ευχηθείς ήταν να έχεις πλυντήριο ρούχων και ψυγείο -και να μείνουν μακριά οι κομμουνιστές. Ο δυτικός κόσμος είχε ανακαλύψει την ειρήνη (οικιακή και καταναλωτική).

Και μετά ήρθε η δεκαετία του εξήντα.

Τα παιδιά που μεγάλωσαν με τον Ψυχρό Πόλεμο και τον πουριτανισμό ήθελαν κάτι διαφορετικό απ’ την ήσυχη ζωή των γονιών τους.

Ζήτησαν-απαίτησαν-διεκδίκησαν κοινωνικά δικαιώματα, ελευθερία έκφρασης, ισότητα (για τις γυναίκες, τους γκέι, τους μαύρους).

Ήθελαν τον Κόσμο-“και τον θέλω τώρα!”

Στην Κούβα παίρνει την εξουσία ο Κάστρο (1959) και ο Γκεβάρα γίνεται ποπ ίνδαλμα. Στις ΗΠΑ εκλέγεται και δολοφονείται ο Κένεντι (1963), ενώ ο Μάλκολμ Εξ κι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ θα τον ακολουθήσουν (στο θάνατο). Tο πιο ισχυρό παραισθησιογόνο, το LSD είναι νόμιμο και κατασκευάζεται σε κάθε οικιακό εργαστήριο, κάθε χώρας και πόλης.

Οι φούστες γίνονται τόσο κοντές που μοιάζουν με ζώνες και το σεξ δεν είναι πλέον μια πράξη αναπαραγωγής, αλλά απόλαυσης -με πολλούς και διαφορετικούς παρτενέρ (AIDS δεν υπάρχει ακόμα).

Η λογοτεχνία ανανεώνεται, αλλά είναι η μουσική που πιάνει και μεταδίδει τον παλμό της εποχής.

Το συμπαθές ροκ εν ρολ γίνεται πιο πολιτικοποιημένο. Ο Ντύλαν δίνει στους Beatles μαριχουάνα και τους οδηγεί λίγο πιο πέρα απ’ το “I wanna hold your hand”.

Pink Floyd, Rolling Stones, The Greatfull Dead, Frank Zappa, The Who, The Doors και… Είναι αδύνατον να καταγράψεις, να θυμηθείς, πόσα συγκροτήματα, τραγουδιστές, μουσικοί μεγαλούργησαν το ’60.

(Δεν ανέφερα ούτε τον Hendrix ή την Joplin!)

Στο Σαν Φρανσίσκο, στο Λονδίνο, στο Παρίσι, οι νέοι γίνονται “παιδιά των λουλουδιών”.

Το σύνθημα τους είναι τόσο απλό: “Make love not war”.

Οι Beatles τραγουδάνε: “All you need is love”, κι ο Τζον Λέννον υποστηρίζει ότι είναι πιο δημοφιλείς κι απ’ τον Ιησού. Μάλλον δεν θυμόταν ότι κι εκείνον τον δολοφονήσαν, επειδή έλεγε κάτι παρόμοιο.

Κι ενώ όλα δείχνουν ότι η ουτοπία μπορεί να γίνει πραγματικότητα, ένας εικοσικάτι μαλλιάς, ο Μάικλ Λανγκ, αποφασίζει να κάνει ένα φεστιβάλ μουσικής, σ’ ένα χωριό έξω απ’ τη Νέα Υόρκη.

Στήνει φράκτες, βάζει εισιτήριο, στήνει τη σκηνή και καλεί τους μουσικούς. Όμως αυτό που συνέβη δεν μπορούσε να το προβλέψει. Είχαν προετοιμαστεί για 50.000 ανθρώπους. Τελικά κατάφεραν να φτάσουν ως το Γούντστοκ 500.000 άνθρωποι. Οι υπόλοιποι αποκλείστηκαν στους δρόμους τριγύρω.

Οι εξακόσιες χημικές τουαλέτες που είχαν στηθεί καταστράφηκαν την πρώτη μέρα -λόγω της υπερβολικής χρήσης.

Οι δεξαμενές νερού έγιναν τσουλήθρες λάσπης. Φαγητό διαθέσιμο δεν υπήρχε μετά από λίγες ώρες. Αλλά μόνο ένας πέθανε από υπερβολική δόση ναρκωτικών -ενώ όλοι ήταν “φτιαγμένοι”.

Και ο κόσμος έζησε τη πιο μυθική συναυλία στην ιστορία της ανθρώπινης μυθολογίας.

Στη σκηνή ανέβηκαν, ανάμεσα σε άλλους, ο Κάρλος Σαντάνα, η Τζάνις Τζόπλιν, ο Τζίμι Χέντριξ, η Τζόαν Μπαέζ, o Τζο Κόκερ, οι Who, οι Jefferson Airplane, οι Grateful Dead, οι Crosby, Still, Nash & Young, o Ρίτσι Χέιβενς και o Κάντρυ Τζο ΜακΝτόναλντ.

Όσοι το έζησαν, ως θεατές, δεν μπορούν να το θυμηθούν, όπως δεν μπορείς να θυμηθείς τη στιγμή ενός οργασμού. Μπορείς να θυμηθείς ότι προηγήθηκε, αλλά εκείνη ακριβώς τη στιγμή, της αποκορύφωσης, μπορείς να τη περιγράψεις μόνο ως Ουάοουου!

Έπειτα ήρθε η δεκαετία του εβδομήντα, η ντίσκο και η πιστωτική κάρτα.

Μετά το κιτς ογδόντα και η Wall street. Τα παιδιά των λουλουδιών έγιναν υλιστές κι η Madonna τραγουδούσε “and i am a material girl”.

Κι η ζωή συνεχίζεται.

Όμως, όσο χιμαιρικό κι αν ήταν, θα ήθελα να βρεθώ εκεί, στο Γούντστοκ, δεκαπενταύγουστο του ’69, για να μοιραστώ με άλλους 500.000 ανθρώπους το όνειρο ότι η μουσική μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο, ότι μπορούμε να ζούμε σ’ έναν πλανήτη χωρίς πόλεμο.

Να κάνω έρωτα, ν’ ακούω την Τζάνις και τον Χέντριξ ζωντανά, ν’ αγαπάω τους πάντες, και να πιστεύω ότι όλα είναι δυνατά. Ακόμα και τ’ απίθανα.


http://www.nostimonimar.gr/

Σάμος: "Εκδηλώσεις Μνήμης"


Σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 304/2001, η 14η Σεπτεμβρίου ορίζεται ως ημέρα Εθνικής μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό κράτος.

Ο εορτασμός έχει σκοπό να τονίσει ιδιαίτερα και να υπενθυμίσει τα γεγονότα της δραματικής περιόδου της γενοκτονίας και του ξεριζωμού των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους, που είχαν ως αποτέλεσμα να μετατρέψουν τους Έλληνες της Μικράς Ασίας σε έναν λαό προσφύγων και διασποράς.

Ο φετινός εορτασμός θα γίνει την Κυριακή, 18 Σεπτεμβρίου 2016

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Η Αναπαράσταση της Δίκης του Σωκράτη, στη Σάμο

ΠΛΑΤΩΝΑ ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΩΚΡΑΤΗ


Η παράσταση του πολυβραβευμένου Δήμου Αβδελιώδη, που ξεκίνησε από πέρσι το καλοκαίρι σαν παραγωγή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και καθήλωσε χιλιάδες θεατές, μετά από sold out παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, στην Ρουμανία, στην Κύπρο και το Βιετνάμ, όπου αποθεώθηκε από το Διεθνές Διπλωματικό Σώμα 27 Πρεσβειών στην ιστορική Όπερα του Ανόι και έγινε παγκόσμιο πολιτιστικό γεγονός αναδεικνύοντας την αρχαία ελληνική γλώσσα σε ζωντανή γλώσσα, για πρώτη φορά ύστερα από δυόμιση χιλιάδες χρόνια, ξεκινά περιοδεία από τον Ιούνιο ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό με 60 προγραμματισμένες παραστάσεις, με την στήριξη και υπό την Αιγίδα του ΚΘΒΕ.

Δήμος Αβδελιώδης
Η αυθεντική αυτή Αναπαράσταση της πιο συγκλονιστικής δίκης στην ιστορία του πολιτισμού, κάνει την παρακολούθηση της για τους θεατές, μια μοναδική βιωματική εμπειρία, έχοντας την αίσθηση ότι ζουν μέσα στην πραγματική ατμόσφαιρα εκείνης της μέρας της δίκης, κι όπου ο Σωκράτης και ο Μέλητος ενσαρκώνονται μπροστά τους ζωντανά.

Διδασκαλία Εκφοράς & Ερμηνείας Αρχαίου Κειμένου, Σκηνικός χώρος, Σκηνοθεσία, Μετάφραση: Δήμος Αβδελιώδης

Μακέτες, Κοστούμια : Αριστείδης Πατσόγλου

Σχεδιασμός ,κατασκευή, Κλεψύδρας: ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ, Κώστας Κοτσανάς

Μεταγραφή στην Αγγλική γλώσσα, επιμέλεια υποτιτλισμού: Αμαλία Κοντογιάννη


ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Βασίλης Καραμπούλας

ΜΕΛΗΤΟΣ: Γιάννης Κολόι


Διεύθυνση Παραγωγής: Αθηνά Ζώτου

Boηθοί σκηνοθέτη: Γιώργος Νικόπουλος, Δανάη Ρούσσου, Ειρήνη Ζάρρα

Φωτογραφίες: Κορνηλία Σιδηρά

Εκτέλεση καλοκαιρινής περιοδείας: ΟΨΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Παραγωγή: «anagnorisis» Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Θεάτρου Κινηματογράφου



ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΥ
ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ: 6934-115555, 2310257218


ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ : ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 29 ΙΟΥΛΙΟΥ, ΩΡΑ 21.00

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ :

Προπώληση: 12 € κανονικό & 10 € φοιτητικό-άνεργοι

Πόρτα: 15 € κανονικό & 12 € φοιτητικό-άνεργοι

ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ :

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΚΑΡΑΣΤΑΘΗΣ, ΚΑΡΛΟΒΑΣΙ, ΤΗΛ: 22730 32378

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΚΥΚΛΟΣ, ΒΑΘΥ, ΤΗΛ: 2273023884

ΠΑΓΩΤΑ STORIA DOLCE, ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟ, ΤΗΛ: 2273061711

Με τη στήριξη και τη Χορηγία της ΕΡΤ

Mε την υποστήριξη του ΤΗΕΑTRE CULTURES www.theatre-cultures.com

Mακάριος Αβδελιώδης - Ευγενική Χορηγία




Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

Η Σάμος σήκωσε την σημαία τού Σταυρού στις 17 Απριλίου 1821



Τόν Μάϊο τού πρώτου έτους τής Ελευθερίας, τά ελληνικά πλοία διέσχιζαν ανενόχλητα τό Αιγαίο Πέλαγος. Μόνο μελανό σημείο ήταν η ανυπακοή τών πληρωμάτων καί η φιλαρχία τών καπετάνιων, γεγονός πού οδηγούσε σέ αναρχία, ότι χειρότερο μπορούσε νά υπάρξει γιά τήν αποτελεσματικότητα τού ελληνικού στόλου. Εν τώ μεταξύ, η αργοπορία τού τουρκικού στόλου, οδηγούσε τό ένα νησί μετά τό άλλο στόν ξεσηκωμό. Στήν Κάσο ο πλοίαρχος Θεόδωρος Κανταρτζόγλου ξεσήκωσε τό νησί καί ακολούθησε η Κάρπαθος, η Δήλος, η Νίσσυρος, η Κάλυμνος, η Λέρος, η Πάτμος.

Η Σάμος σήκωσε τήν σημαία τού Σταυρού στίς 17 Απριλίου 1821, όταν εμφανίστηκαν στίς ακτές της δύο σπετσιώτικα πλοία τά οποία καί βύθισαν ένα τουρκικό μπρίκι.

Η Σάμος, τού Πυθαγόρα καί τού Αρίσταρχου, πανέμορφο νησί από τήν αρχαιότητα είχε γνωρίσει ημέρες δόξας καί πλούτου. Αλλά τόν 14ο αιώνα είχε γίνει στόχος μουσουλμάνων πειρατών καί τελικά καταληστεύθηκε, ρημάχθηκε καί ερημώθηκε, μέχρι πού τήν εποίκησε ο γενίτσαρος ναύαρχος τού οθωμανικού στόλου Κιλίτζ Αλή τόν 16ο αιώνα, μέ Χριστιανούς από τή Μικρά Ασία, τή Χίο καί τήν Εύβοια. Τό 1714, κατοικούσαν στή Σάμο 15000 κάτοικοι, ενώ μετά τά Ορλωφικά, μετανάστευσαν πρόσφυγες από τήν Πελοπόννησο καί τά νησιά τού Αιγαίου μετατρέποντάς τη σέ μία πλούσια καί εύπορη πόλη.

Στήν εξεγερμένη πλέον Σάμο έφθασε ο Λυκούργος Λογοθέτης στίς 24 Απριλίου 1821 γιά νά εδραιώσει τήν επανάσταση αλλά καί νά οργανώσει τήν εσωτερική διοίκηση. Τό πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Παπλωματάς καί είχε γεννηθεί στό Καρλόβασι τό 1772. Ήταν γιός τού Γιάννη καί τής Μαρούδας Παπλωματά καί είχε σπουδάσει στήν Κωνσταντινούπολη, όπου διορίστηκε γραμματέας στό Πατριαρχείο. Λίγα χρόνια αργότερα, έφυγε γιά τίς Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, όπου διορίστηκε γραμματέας τού ηγεμόνα τής Βλαχίας, Κωνσταντίνου Υψηλάντη. Ο Αλέξανδρος Σούτσος τόν προβίβασε σέ Λογοθέτη καί τόν τίτλο αυτό χρησιμοποίησε ως όνομα στό υπόλοιπο τής ζωής του.

Ο Λογοθέτης επέστρεψε στή Σάμο τό 1808, όπου υπήρχε έντονη διαμάχη μεταξύ δύο παρατάξεων γιά τή διοίκηση τού τόπου. Οι προοδευτικοί "Καρμανιόλοι" καί οι συντηρητικοί "Καλλικάντζαροι"βρίσκονταν σέ οξεία αντιπαράθεση. Ο Λυκούργος Λογοθέτης είχε τεθεί στό πλευρό τών δημοκρατικών Καρμανιόλων. Τελικώς επικράτησαν οι Καλλικάντζαροι τών προυχόντων πού εξόρισαν τόν Λογοθέτη στήν Σμύρνη.

Ο Λογοθέτης, όταν επέστρεψε μετά τήν κήρυξη τής επαναστάσεως στό νησί του, έθεσε τέρμα στήν αναρχία καί οργάνωσε τέσσερα στρατιωτικά σώματα τίς χιλιαρχίες, επικεφαλής τών οποίων διορίσθηκαν οι Κωνσταντής Λαχανάς, Κωνσταντής Κονταξής, Σταμάτης Γεωργιάδης καί Εμμανουήλ Μελαχροινός. Παράλληλα εισήγαγε σύστημα πολιτικό, σύμφωνα μέ τό οποίο η εξουσία πήγαζε από τόν λαό, ενώ οργάνωσε άριστα τήν άμυνα τού νησιού.

Οι Σάμιοι διαρκώς επιχειρούσαν καταδρομές στή μικρασιατική ακτή μέ σκοπό νά αποτρέψουν τούς Τούρκους νά κάνουν απόβαση στό νησί τους από τήν ακτή τής Μύκαλης. Όσες φορές καί νά προσπάθησαν τά τουρκικά αγήματα νά αγκιστρωθούν στό νησί απέτυχαν όπως αφηγούνται οι έφοροι τής Σάμου:

"Επειδή επήραν από Κουσάντασι αρκετούς Κρητικούς (εννοούν Τούρκους) διά τήν έλλειψιν, τούς ανδρειοτέρους, καί έκαμαν τήν συνηθισμένην τούρκικην φαντασίαν μέ τάς συχνάς μπάλας των, τάχα διά νά μάς φοβίσουν, όμως ημείς, δυνάμει τού Τιμίου Σταυρού, αντεστάθημεν γενναίως, ως νά ήσαν πλοιάρια.

Παρατηρήσας ο εχθρός μας έν μέρος έχον βάρδιαν τριάντα μόνους άνδρας τρέξασα η δυνατωτέρα εις βοήθειαν τής άλλης, όμως αδελφοί, τόσον ηφανίσθησαν οι εχθροί ώστε οι μείναντες ζωντανοί έπεσαν εις θάλασσαν, οι δέ θανατωθέντες είναι τόν αριθμόν διακόσιοι. Λοιπόν αδελφοί, μή δειλιάτε ακούοντας τόν αριθμόν τών τόσων καραβίων, επειδή τούς κρατούμεν γενναίως.

Αφήσαμεν όλας μας τάς χρειώδεις υπηρεσίας, τά μούρκια μας καί τά χωράφια καί τά κατέφαγαν τά ζώα καί στέκομεν μόνον εις τά άρματα. Λοιπόν αδελφοί, διά τό Γένος, διά τήν φιλογενειάν σας, διά τά ηρωϊκά σας κατορθώματα μήν αμελήσετε αλλά προφθάσατε γλήγορα καί χωρίς αναβολήν."

Στίς αρχές Ιουλίου ξαναβγήκε η αρμάδα τού σουλτάνου στό Αιγαίο Πέλαγος μέ ναύρχο τόν Καρά Αλή. Περιελάμβανε δώδεκα κορβέτες, έξι φρεγάτες καί δεκάδες μικρότερα πλοία. Η εντολή τού σουλτάνου πρός τόν καπιτάν πασά ήταν νά σβήσει τό νησί τής Σάμου από τόν χάρτη. Ο τουρκικός στόλος έφθασε στά νερά τής Σάμου στίς 3 Ιουλίου 1821 καί άρχισε νά κανονιοβολεί τήν παραλία τής πρωτεύουσας μέ πυκνότατα πυρά. Κατόπιν, οι εχθρικές δυνάμεις επιχείρησαν απόβαση, τήν οποία όμως απέκρουσαν επιτυχώς οι Σάμιοι χάρις τόν ηρωισμό τους αλλά καί τήν οργανωμένη αντίσταση τού Λογοθέτη.

"Ο Θεός τών δυνάμεων είναι μαζί μας. Αυτός ως παντοδύναμος θά πολεμήση τούς εχθρούς, Θά νικήσωμεν καί θά έλθη ημέρα πού θά βραβευθούν οι αγώνες μας. " Λυκούργος Λογοθέτης

Μάλιστα ο Λογοθέτης είχε ντύσει τίς γυναίκες μέ αντρικά ρούχα καί τούς είχε δώσει κοντάρια γιά νά φαίνονται οι αμυνόμενοι πολλαπλάσιοι. Ο "Κάβο Τζωρτζής", πού επιχείρησε ο Καπλάν αγάς νά αποβιβαστεί, βάφτηκε κόκκινος από τό αίμα τών Τούρκων καί από τότε κράτησε τό όνομα "Κάβο Φονιάς". Όλες οι λέμβοι τών Οθωμανών βούλιαξαν στή θάλασσα. Τά κανόνια πού διηύθυναν οι Σταμάτης Γεωργιάδης, Εμμανουήλ Μελαχροινός, Εμμανουήλ Μαθιουδάκης, Χριστόδουλος Πασχάλης καί Πανταζής προξένησαν απίστευτη φθορά καί πολλούς νεκρούς. Ο αρχηγός τής αποβατικής δύναμης Καπλάν αγάς σκοτώθηκε.

Από τήν Σμύρνην καί τήν Νέαν Έφεσον εστέλλοντο εκθέσεις μέ παράπονα πρός τόν σουλτάνον καί εζητούσαν πολεμικήν ενέργειαν πρός εκμηδένισιν τής Σάμου. Ο σουλτάνος ηγανάκτησε καί εζήτησε νά τού φέρουν γεωγραφικόν χάρτην διά νά ιδή πού ευρίσκετο καί πόση ήτο η Σάμος. Αφού παρετήρησε τό στενόν θαλάσσιον χώρισμα μεταξύ τής Σάμου καί τής μικρασιατικής ακτής παρήγγειλε νά δοθή αμέσως η εντολή νά τό επιχώσουν καί νά τό καταστήσουν διαβατόν διά νά περάσουν εις τήν Σάμον τουρκικά στρατεύματα.

Αι σουλτανικαί διαταγαί πού εδόθησαν εις τόν Καρά Αλήν ήσαν φοβεραί. Ο σαμιακός πληθυσμός έπρεπε ν' αφανισθή. Οι άνω τών οκτώ ετών άνδρες νά φονευθούν, τά κάτω αυτής τής ηλικίας παιδιά νά περιτμηθούν καί αι γυναίκες όλαι νά συρθούν εις τήν αιχμαλωσίαν.Διονύσιος Κόκκινος - Ελληνική Επανάστασις

Τό μόνο πού κατάφερε ο Καρά Αλής ήταν νά σκοτώσει μέ φρικτό θάνατο δύο ελληνόπουλα πού είχε αιχμαλωτίσει από ένα σαμιακό πλοιάριο. Τά πασάλειψε μέ κατράμι, τά κρέμασε από τά πόδια στό κατάρτι τής ναυαρχίδος γιά νά φαίνονται από τήν ακτή καί τούς έβαλε φωτιά. Στή συνέχεια μή θέλοντας νά θυσιάσει άλλους άντρες του, έστειλε μεταγωγικά σκάφη στήν απέναντι ακτή τής Μυκάλης (Τσαγκλί) καί τής Νέας Εφέσου (Κουσάντασι) γιά νά μεταφέρουν από εκεί 7000 ατάκτους καί νά τούς αποβιβάσουν στήν Σάμο.

Τήν κρίσιμη αυτή ώρα, 7 Ιουλίου 1821, έφθασε ο ελληνικός στόλος, συγκροτημένος από τρείς ναυτικές μοίρες, τίς οποίες αποτελούσαν τριάντα υδραίικα πλοία μέ αρχηγούς τούς Γιακουμάκη Τομπάζη, Αναστάσιο Τσαμαδό, Γιάννη Βούλγαρη καί Λάζαρο Λαλεχό, είκοσι έξι σπετσιώτικα, μέ αρχηγούς τούς Γκίκα Τσούπα, Θεοδόση Μπόταση, Ιωάννη Κυριακού, Κωνσταντίνο Μπουκουβάλα, Ιωάννη Κούτση, Θεοδωράκη Μέξη, Ανάργυρο Ανάργυρου, Δημήτρη Μπούκουρη, Αδριανό Σωτηρίου, Δημήτριο Ορλώφ καί Νικόλα Ράπτη καί τριάντα ένα ψαριανά σύν τέσσερα πυρπολικά καί δέκα μίστικα μέ καπετάνιους τούς Νικολή Αποστόλη, Γιάννη Καλάρη, Δημήτρη Λένο, Αντώνη Σαρή, Γιώργη Μικέ, Νικόλα Χ. Κοτζιά, Γιώργη Σκανδάλη, Κωνσταντή Καμπούρη, Μανώλη Βαλαβάνο, Γεώργιο Παγκάρα, Νικόλα Αργύρη καί Ανδρέα Γιαννίτση.

Μέ τόσους όμως αρχηγούς ο συντονισμός ήταν πολύ δύσκολος. Παρά ταύτα, τά ελληνικά πλοία έδρασαν αποτελεσματικά. Εισπλέοντας στό στενό βρήκαν τά τουρκικά μπεϊλίδικα γεμάτα ασκέρια. Μόλις τά πληρώματά τους είδαν τά ελληνικά πολεμικά, καί καθώς δέν μπορούσαν νά επικοινωνήσουν μέ τόν δικό τους στόλο, καταπτοήθηκαν καί ετράπησαν σέ φυγή. Έξι μεταγωγικά (τρανσπόρτα) ρίχθηκαν στήν ξηρά, ενώ αλλά δύο πυρπολήθηκαν. Οι ζεϊμπέκηδες βγαίνοντας μέ σπουδή από τά πλοία, έτρεξαν πρός τό εσωτερικό καί έτσι οι νησιώτες ανενόχλητοι έκαψαν τά υπόλοιπα έξι μεταγωγικά. Αργότερα, οι άτακτοι Τούρκοι ξέσπασαν στούς Ρωμιούς κατοίκους τού Κουσάντασι, τούς έκαψαν τά σπίτια καί έσφαξαν 400 από αυτούς. Ο έντιμος διοικητής τής Νέας Εφέσου Ερέζογλου δέν μπόρεσε νά αποσωβήσει τίς σφαγές.

Κατά τόν Ιούλιον τού 1821 σύμπασαι καί αι τών τριών νήσων μοίραι εκπλέουσιν επί τά παράλια τής Ιωνίας, όπου καταπλεύσαντες εις Μυκάλην (Τσαγλί) απέναντι τής Σάμου ενέπρησαν οκτώ πολεμίας ναύς, κακείθεν ορμώσιν εις αναζήτησιν τού τουρκικού ναυτικού, όντος εξ 25 πλοίων μικρών τε καί μεγάλων, παραπλεόντων τήν νήσον εκείνην.

Άμα ούν οι Έλληνες μακρόθεν κατοπτεύσαντες τούς πολεμίους απάραντες καί επιτεθέντες τρέπουσιν εις φυγήν καί καταδιώκοντες καταλαμβάνουσι παρά τή Κώ, όπου συναφθείσης μάχης σφοδράς εμπίπρανται τρία πυρπολικά εις μάτην καί τέταρτον υδραϊκόν καταληφθέν υπό τών εν αυτώ ενέπεσεν εις τάς χείρας τών Οθωμανών, καθώς καί η ιμιολία (γολέττα) Ιωάννου τού Βρατσάνου Ψαριανού παρ' ολίγον εκεινδύνευε νά πάθη τό αυτό, ειμή έσπευδεν Γκίκας ο Τσούπας πλοίαρχος Σπετσιώτης. Επί τούτοις στραφείσαι αι μοίραι εις Ρόδον, αι μέν δύο απήλθον εις τά ίδια, η δέ ψαριανή εις Γέροντα καί κακείθεν εις Ψαρρά.Πασπαλιώτη Γεωργίου, Βίος Παπανικολή εκ Ψαρών, εν Ερμουπόλει 1865

Ανίκανος ο τουρκικός στόλος νά επέμβει, αποχώρησε καί κατέφυγε στήν Αλικαρνασσό (Μπουντρούμ). Τόν ακολούθησε ο ελληνικός στόλος καί στίς 12 Ιουλίου 1821 τόν πρόλαβε στό στενό μεταξύ Κώ καί Αλικαρνασσού. Καθώς ο άνεμος γύρισε ενάντιος στά ελληνικά πλοία, αυτά αναγκάστηκαν νά φύγουν καί μάλιστα χωρίς τάξη. Κατά τήν υποχώρησή τους, τά πυρπολικά πού ήταν παλιά καί δυσκίνητα, πυρπολήθηκαν από τά πληρώματα τους, τά οποία διέφυγαν στά πλοία τού στόλου μέ τίς βάρκες τους. Μέ δυσκολία διέφυγε τή σύλληψη τό βραδυκίνητο μίστικο τού Iωάννου Βρατσάνου, τόν οποίο διέσωσε ο Σπετσιώτης πλοίαρχος Γκίκας Τσούπας. Η καταστροφή τών πυρπολικών δημιούργησε πύρινη ζώνη μεταξύ τών δύο στόλων καί τά ελληνικά πλοία επωφελήθηκαν καί κατέφυγαν στόν όρμο τού Γέροντα, όπου ο τουρκικός στόλος φοβούμενος τά πυρπολικά, δέν τόλμησε νά καταδιώξει.

Η τρικυμία πού ακολούθησε, σκόρπισε τόν ελληνικό στόλο καί τμήματα του κατέφυγαν στή Λέρο, τή Σάμο καί τήν Κάλυμνο. Ο τουρκικός στόλος, πού βρισκόταν μέχρι τήν ώρα εκείνη στήν Κώ, έπλευσε στή Ρόδο, όπου συνάντησε αιγυπτιακή μοίρα από δεκατέσσερα πλοία μέ διοικητή τόν Ισμαήλ Γιβραλτάρ. Ενωμένοι τώρα ο τουρκικός μέ τόν αιγυπτιακό στόλο γύρισαν στήν Κώ, γιά νά προετοιμάσουν τήν επίθεσή τους κατά τών Ελλήνων. Εκείνοι πάλι μεταστάθμευσαν απέναντι στή Νίσυρο καί στά συμβούλια πού ακολούθησαν, επικράτησε διχογνωμία καί διατυπώθηκαν αλληλοκατηγορίες. Τά πληρώματα, σέ έξαψη, ζήτησαν νά γυρίσουν στά νησιά τους ενώ υπήρχε έλλειψη σέ πολεμοφόδια καί πυρπολικά.

Ήταν μία έκρυθμη κατάσταση, η οποία ανάγκασε τούς Υδραίους καί τούς Σπετσιώτες προκρίτους νά στείλουν γράμματα γεμάτα συμβουλές καί υποσχέσεις. Προσπάθησαν πολύ οι απεσταλμένοι τών νησιών γιά νά πείσουν τά πληρώματα νά μείνουν. Τούς έταξαν ότι θά τούς έστελναν τό συντομότερο τροφές, πολεμοφόδια καί χρήματα.

Στίς 29 Ιουλίου 1821 συναντήθηκαν οι δύο στόλοι καί αντάλλαξαν κανονιές, ο σφοδρός όμως άνεμος τούς σκόρπισε. Τότε ο ελληνικός στόλος κατέφυγε στήν Πάτμο καί τή Σάμο. Οι Τούρκοι δέν τούς κατεδίωξαν ούτε επιχείρησαν απόβαση στη Σάμο.

Στίς αρχές Αυγούστου φάνηκε ο μουσουλμανικός στόλος στά νερά τής Λέρου, πλανήθηκε κατόπιν γιά λίγες μέρες στό Ικάριο πέλαγος καί τελικά στράφηκε στό βορρά καί μπήκε στόν Ελλήσποντο. Οι Έλληνες τόν ακολούθησαν από μακριά καί μετά γύρισαν στά νησιά τους. Ωστόσο, φάνηκε πολύ έντονα καί αυτή τή φορά η έλλειψη γενικού αρχηγού του στόλου καί η απειθαρχία τών πληρωμάτων.

http://www.agiasofia.com/


Σχετικό δημοσίευμά μας: ΕΔΩ...!

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Η αποτυχημένη αποβίβαση των Οθωμανών στη Σάμο στις 3 και 5 Ιουλίου 1821


Τον Μάϊο τού πρώτου έτους της Ελευθερίας, τα ελληνικά πλοία διέσχιζαν ανενόχλητα το Αιγαίο Πέλαγος.
Εν τω μεταξύ, η αργοπορία τού τουρκικού στόλου, οδηγούσε το ένα νησί μετά το άλλο στον ξεσηκωμό. Στην Κάσο ο πλοίαρχος Θεόδωρος Κανταρτζόγλου ξεσήκωσε το νησί, καί ακολούθησε η Κάρπαθος, η Δήλος, η Νίσυρος, η Κάλυμνος, η Λέρος, η Πάτμος.

Η Σάμος σήκωσε την σημαία τού Σταυρού στις 17 Απριλίου 1821, όταν εμφανίστηκαν στις ακτές της δύο σπετσιώτικα πλοία τα οποία και βύθισαν ένα τουρκικό μπρίκι.

Στην εξεγερμένη πλέον Σάμο, έφθασε ο Λυκούργος Λογοθέτης στις 24 Απριλίου γιά να εδραιώσει την επανάσταση αλλά και να οργανώσει την εσωτερική διοίκηση.


Οι Σάμιοι διαρκώς επιχειρούσαν καταδρομές στη μικρασιατική ακτή με σκοπό να αποτρέψουν τους τούρκους στο να κάνουν απόβαση από την ακτή τής Μυκάλης.

Όσες φορές και να προσπάθησαν τα τουρκικά αγήματα να αγκιστρωθούν στο νησί απέτυχαν όπως αφηγούνται οι έφοροι της Σάμου:

“ Ἐπειδὴ ἐπῆραν ἀπὸ Κουσάντασι ἀρκετούς Κρητικοὺς (ἑννοοῦν τούρκους) διὰ τὴν ἔλλειψιν, τοὺς ἀνδρειοτέρους, καὶ ἔκαμαν τὴν συνηθισμένην τούρκικην φαντασίαν μὲ τὰς συχνᾶς μπάλας των, τάχα διὰ νὰ μᾶς φοβίσουν, ὅμως ἡμεῖς, δυνάμει τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἀντεστάθημεν γενναίως, ὡς νὰ ἦσαν πλοιάρια.Παρατηρήσας ὁ ἐχθρὸς μας ἕν μέρος ἔχον βάρδιαν τριάντα μόνους ἄνδρας τρέξασα ἡ δυνατωτέρα εἰς βοήθειαν τῆς ἄλλης, ὅμως ἀδελφοὶ, τόσον ἠφανίσθησαν οἱ ἐχθροὶ ὥστε οἱ μείναντες ζωντανοὶ ἔπεσαν εἰς θάλασσαν, οἱ δὲ θανατωθέντες εἶναι τὸν ἀριθμὸν διακόσιοι. Λοιπὸν ἀδελφοὶ, μὴ δειλιᾶτε ἀκούοντας τὸν ἀριθμὸν τῶν τόσων καραβίων, ἐπειδὴ τοὺς κρατοῦμεν γενναίως. Ἀφήσαμεν ὅλας μας τὰς χρειώδεις ὑπηρεσίας, τὰ μούρκια μας καὶ τὰ χωράφια καὶ τὰ κατέφαγαν τὰ ζῶα καὶ στέκομεν μόνον εἰς τὰ ἄρματα. Λοιπὸν ἀδελφοὶ, διὰ τὸ Γένος, διὰ τὴν φιλογενειὰν σας, διὰ τὰ ἡρωϊκὰ σας κατορθώματα μὴν ἀμελήσετε ἀλλὰ προφθάσατε γλήγορα καὶ χωρὶς ἀναβολὴν…”

Tον Ιούλιο μήνα τού 1821, ξαναβγήκε η αρμάδα τού σουλτάνου στο Αιγαίο Πέλαγος με ναύαρχο τον Καρά Αλή. Περιελάμβανε δώδεκα κορβέτες, έξι φρεγάτες καί δεκάδες μικρότερα πλοία.

Η εντολή τού σουλτάνου προς τον καπιτάν πασά ήταν να σβήσει το νησί τής Σάμου από το χάρτη. Ο τουρκικός στόλος έφθασε στα νερά της Σάμου και άρχισε να κανονιοβολεί την παραλία της πρωτεύουσας με πυκνότατα πυρά. Κατόπιν, οι εχθρικές δυνάμεις επιχείρησαν απόβαση, την οποία όμως απέκρουσαν επιτυχώς οι Σάμιοι χάρις τον ηρωισμό τους αλλά και την οργανωμένη αντίσταση τού Λογοθέτη..

«Ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων εἶναι μαζὶ μας. Αὐτὸς ὡς παντοδύναμος θὰ πολεμήσῃ τοὺς ἐχθροὺς. Θὰ νικήσωμεν καὶ θὰ ἔλθη ἡμέρα ποὺ θὰ βραβευθοῦν οἱ ἀγῶνες μας.» Λυκούργος Λογοθέτης.

Μάλιστα ο Λογοθέτης είχε ντύσει τις γυναίκες με αντρικά ρούχα και τους είχε δώσει κοντάρια γιά να φαίνονται οι αμυνόμενοι πολλαπλάσιοι...

Ο «Κάβο Τζωρτζής», ή ακρωτήριο Αγίας Παρασκευής που επιχείρησε ο Καπλάν αγάς να αποβιβαστεί, βάφτηκε κόκκινος από το αίμα τών τούρκων καί από τότε κράτησε το όνομα «Κάβο Φονιάς».

Τὸ κάτω Βαθὺ στὰ 1862. Πιθανὸν νὰ είναι ἡ πρώτη
φωτογραφία τῆς Σάμου ἀπὸ ἄγνωστον φωτογράφο.
Στις 3 Ιουλίου τού 1821, ο οθωμανός στόλαρχος Καρά Αλή προσπάθησε ν΄αποβιβάσει στρατεύματα στη Σάμο προκειμένου να την κυριεύσει. Μετά όμως την πρώτη αυτή αποτυχία προσποιούμενος αποχώρηση, διέταξε δύο ημέρες μετά, στις 5 Ιουλίου απόβαση γεμίζοντας 40 περίπου λέμβους με γενίτσαρους και Αζάπηδες, τις οποίες και κατεύθυνε προς το εν λόγω ακρωτήριο, προκειμένου να προβεί στη συνέχεια σε κυκλοτερή επίθεση.

Παρακολουθώντας όμως οι Σαμιώτες οπλαρχηγοί τις κινήσεις τού Καρά Αλή αντελήφθησαν το σχέδιό του και έσπευσαν στο σημείο εκείνο ο Καπετάν Σταμάτης Γεωργιάδης (χιλίαρχος), με τον Λυκούργο Λογοθέτη μαζί με 50 περίπου Σαμιώτες και 24 Κρητικούς από τα Σφακιά υπό τον Χατζηγιώργη Μουριανό, όπου και επέπεσαν με ορμή και λύσσα στους Οθωμανούς που προσπαθούσαν να βγουν στη ξηρά.

Όλες οι λέμβοι τών Οθωμανών βούλιαξαν στη θάλασσα. Τα κανόνια που διηύθυναν οι Σταμάτης Γεωργιάδης, Εμμανουήλ Μελαχροινός, Εμμανουήλ Μαθιουδάκης, Χριστόδουλος Πασχάλης καί Πανταζής, προξένησαν απίστευτη φθορά καί πολλούς νεκρούς. Ο αρχηγός τής αποβατικής δύναμης Καπλάν αγάς σκοτώθηκε.

Η έκβαση αυτής τής μάχης ήταν επόμενο να επιδράσει ευεργετικά στο ηθικό τών Σαμίων μέχρι να καταπλεύσει ο Ελληνικός στόλος που έδωσε τέρμα στην εκστρατεία εκείνη κατά της Σάμου. Από τότε το ακρωτήριο αυτό ονομάζεται Καβοφονιάς.

Σάββατο 2 Ιουλίου 2016

Μπλεκ: O ήρωας που φορούσε γούνινο καπέλο και γιλέκο, χειμώνα καλοκαίρι!

Κάποτε ήμασταν πιτσιρίκια...!
Στις 3 Οκτωβρίου του 1954, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά ένα κόμικ, με την ονομασία Il Grande Blek Magigno.

 Ήταν δημιουργία τριών νεαρών σκιτσογράφων της καλλιτεχνικής ομάδας EsseGesse, που την αποτελούσαν οι Ιταλοί Τζον Σινκέτο (1925-1989), Ντάριο Γκουτσόν (1926-2000) και Πιέτρο Σαρτόρι (1926-1989). O Μπλεκ ήταν ο ήρωας του κόμικ, που έδρασε στα τέλη του 18ου αιώνα, στις ΗΠΑ.

Νεαρός, περίπου 25 ετών, ύψος 1.88, μυώδης, που έδερνε αλύπητα τους κακούς Άγγλους αποικιοκράτες ή τους ινδιάνους, για την απελευθέρωση της χώρας του.

Οπλισμένος με μαχαίρι, πιστόλι, καραμπίνα αλλά και τις ατσάλινες γροθιές του, σάρωνε όπου μπλεκόταν και έσωζε την πατρίδα του από μια μεγάλη καταστροφή.

Χειμώνα – καλοκαίρι ο ξανθομάλλης Μπλεκ φορούσε ένα χαρακτηριστικό γούνινο καπέλο από ζώο, γούνινο γιλέκο χωρίς να φοράει τίποτα από μέσα, στενό κόκκινο παντελόνι και καστόρινες μπότες.

Η εικονογράφηση είχε συνήθως φόντο τις πόλεις, τα δάση του αμερικανικού βορρά, τις ινδιάνικες φυλές, τους παράνομους της εποχής και πολλά καπηλειά. Το κόμικ πουλούσε κοντά στα 500.000 τεύχη εβδομαδιαίως και οι περιπέτειες του «ξανθού γίγαντα», γνώρισαν μεγάλη επιτυχία.

Οι άνθρωποι του Μπλεκ


Σε όλες του τις περιπέτειες ο Μπλεκ, είχε μαζί δύο πολύ αγαπημένα του πρόσωπα.
Τον μεσήλικα καθηγητή Μυστήριο και τον μικρό Ρόντυ που το πρόσωπό ήταν γεμάτο φακίδες.

Τους ανέθετε αποστολές και αυτοί με πονηριά και κάθε μέσο, βοηθούσαν καθοριστικά τον Μπλεκ, να εξολοθρεύσει μόνος του μερικές δεκάδες Άγγλων στρατιωτών.

Ο καθηγητής Μυστήριος ήταν το μεγάλο μυαλό, πίσω από τον δυνατό επαναστάτη. Γνώριζε μαθηματικά, αστρονομία, νομική, ζωολογία, κλπ, αν και ποτέ δεν προσδιορίστηκε τι είδους καθηγητής ήταν.

Ατσίδα στα τεχνάσματα, τις ευρεσιτεχνίες και την παραπλάνηση, προκειμένου να συνδράμει το έργο των επαναστατών κυνηγών ή για να γλυτώσει τους δυο φίλους, από επικίνδυνες καταστάσεις.

Μονίμως πεινούσε και έτρωγε πολύ, έκανε αισθητή την παρουσία του και ήταν πνευματώδης. Διατεθειμένος να δώσει ακόμη και την ζωή του για τον Μπλεκ και το νεαρό αγόρι.

Συνήθως έλεγε εκφράσεις όπως, «Μα τον αλλήθωρο ήλιο», «Μα τους χίλιους πλανήτες», «Μα τα χίλια ελάφια», «Μα τους χίλιους κάστορες» κ.α., όταν αιφνιδιαζόταν ή του «ερχόταν» μια ενδιαφέρουσα ιδέα.

Ο μικρός Ρόντι σώθηκε τελευταία στιγμή όταν ήταν μικρός από τον Μπλεκ

Ήταν ημιθανής δίπλα στον νεκρό πατέρα του. Το σπίτι τους είχε καεί από τους Άγγλους.
Ο μικρός οδηγήθηκε στην κατασκήνωση των κυνηγών, όπου τον υιοθέτησαν.

Από μικρός έγινε προστατευόμενος του Μπλεκ, που του έμαθε όλα τα κόλπα. Η ηλικία υπολογίζεται 10-12 χρόνων και σε πολλές περιπέτειες, μάχεται στην πρώτη γραμμή.

Σε όλα τα τεύχη πειράζει τον Καθηγητή, που εκνευρισμένος τον αποκαλούσε «Αμαθέστατον» ή «Αφελέστατον Παιδάριον».

Παρά το όμορφο παρουσιαστικό του πάντως, ο Μπλεκ δεν έχει σχέση με γυναίκες. Επίσης πολύ λίγα είναι γνωστά για την προηγούμενη ζωή του. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η απελευθέρωση της πατρίδας του.

Ο Μπλεκ στην Ελλάδα


Το περιοδικό εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στα περίπτερα της Ελλάδας τον Ιούνιο του 1969, από τις εκδόσεις του Στέλιου Ανεμοδουρά, δημιουργό του «Μικρού Ήρωα». Στην πραγματικότητα, ο Μπλεκ ήταν κάτι σαν υποκατάστατο του «Μικρού Ήρωα», ο οποίος απαγορεύτηκε στην δικτατορία, λόγω του επαναστατικού του χαρακτήρα.

Τότε ο Ανεμοδουράς άρχισε τη νέα εκδοτική του δραστηριότητα. Αποφάσισε να εισαγάγει στην Ελλάδα τον χαρακτήρα, δημιουργώντας το θρυλικό ομώνυμο έντυπο.

Αμέτρητες χιλιάδες πιτσιρίκια, τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, έτρεχαν κάθε βδομάδα στα περίπτερα για να αγοράσουν και να διαβάσουν, τις νέες περιπέτειες του Μπλεκ.

Η κυκλοφορία του στην Ελλάδα έφτασε πολλές φορές και τα 130.000 αντίτυπα. Μέχρι το Δεκέμβριο του 1975, το περιοδικό κυκλοφορούσε σε μικρή διάσταση.

Τα τεύχη της πρώτης εξαετούς περιόδου είναι δυσεύρετα. Η θρυλική σειρά, έφτασε τα 428 τεύχη στην πρώτη της κυκλοφορία. Περιελάμβανε, εκτός της κύριας ιστορίας του Μπλεκ και της παρέας του, τις περιπέτειες του Ρίνγκο, του Τομ και το Παιδί – Φάντασμα. Τα επόμενα χρόνια ωστόσο, η θεματολογία πολλαπλασιάσθηκε.

Για 25 χρόνια, μέχρι τον Ιούνιο του 1994, ο ξανθός γίγαντας μεγάλωσε γενιές πιτσιρικάδων.
Η κυκλοφορία του διακόπηκε και όταν επανεκδόθηκε, εμφανίστηκε με την ονομασία «Νέος Δυναμικός Μπλεκ».

Το περιοδικό κυκλοφόρησε επίσης, στη Γιουγκοσλαβία, την Τουρκία και στη Γαλλία, όπου ο πατριώτης Μπλεκ αγαπήθηκε, όσο λίγοι ήρωες κόμικ.


MXT, Μπλεκ, wikipedia, ccpublic